24 Αυγούστου 2018

9 μήνες, 4 μέρες



Είχα να γράψω καιρό.
Περίεργο αλήθεια όταν έχεις πολλά να πεις, να μη βρίσκεις λέξεις.

Γύρισα σπίτι, σπίτι άδειο, ξεμένω από οικογένεια.
Κι όλο μου ερχόταν στο μυαλό το βιβλίο που κάποτε είχα διαβάσει "αδειάζοντας το σπίτι των γονιών μου" και ταυτόχρονα γέμιζα σακούλες σκουπιδιών εξηντάλιτρες με ρούχα ποτισμένα με όλες τις αποχρώσεις βιβεχρωμ, σεμενάκια μισοτελειωμένα, ποτισμένα υγρασία και γόβες δεκαετίας και βάλε, από τότε που ήταν στη μόδα οι μύτες μπροστά που τις χαρακτήριζες κατσαριδοκτόνα όπλα.
Κι όλο να σε θυμάμαι στην καρέκλα με το λευκό αμάνικο μπλουζάκι, τη σταθερά καμπουριασμένη πλάτη, ολόκληρος ένα έγκαυμα δευτέρου βαθμού από την κορυφή έως τα νύχια και νοητά σου πίεζα το δέρμα με τον δείκτη κι από κόκκινο έμενε άσπρο, ώρα πολλή.
Στην καρέκλα σου έχουν βάλει το καπέλο σου και λουλούδια από τον κήπο και φαίνεται τόσο τραγελαφικό κι αστείο αλλά τους καταλαβαίνω, η απουσία πονάει και τέτοιου είδους ευρήματα παύουν προσωρινά τον πόνο, κοροϊδεύουν το μυαλό, το κάνουν να νομίζει ότι ο εκλιπών είναι ακόμα εκεί.

Δεν ξέρω αλήθεια γιατί τόσος πόνος, τόση έχθρα όταν υπήρχες και τόσος πόνος τώρα.
Η λαχτάρα για ό,τι δεν ήμασταν, το εκτόπισμα σου που έχει αφήσει πίσω του μια μαύρη τρύπα ή ότι η συνειδητοποίηση του ότι είχες δίκιο σε τόσα πολλά.

Κι έχω κι άλλα να πω αλλά κάθε φορά που αρχίζω να τα λέω, χορεύουν οι κόμποι στο λαιμό μου και μου κόβεται η ανάσα.
9 μήνες και 4 μέρες κι ακόμα μου λείπεις σαν να έφυγες χθες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια.